Για πολλά χρόνια, η γονιμότητα του εδάφους συνδεόταν στενά με τις αποδόσεις των καλλιεργειών αλλά όχι με την ανθεκτικότητα του εδάφους στις κλιματικές προκλήσεις. Ωστόσο, πολλές έρευνες πάνω στην βιολογική γεωργία διερευνούν την θετική επίδρασή της στο κλίμα, την βιοποικιλότητα αλλά και την αντιμετώπιση της διάβρωσης των εδαφών.
Όπως βιώνουμε, ειδικά το τελευταίο καλοκαίρι στην Ελλάδα, η κλιματική αλλαγή οδηγεί σε περισσότερες έντονες έως και ακραίες ξηρασίες αλλά και βροχοπτώσεις. Τα αποτελέσματα της έρευνας του γερμανικού Ερευνητικού Ινστιτούτου FiBL καταδεικνύουν ότι τα εδάφη που καλλιεργούνται με βιολογικές μεθόδους μπορούν να προσαρμοστούν καλύτερα σε αυτές τις προκλήσεις σε σύγκριση με τα αντίστοιχα εδάφη που καλλιεργούνται με συμβατικές μεθόδους.
Είναι χαρακτηριστική η σύγκριση στις δύο εικόνες από το πείραμα μετά από μεγάλη βροχή: στα αριστερά, συμβατική καλλιέργεια χωρίς εφαρμογή οργανικής ουσίας και στα δεξιά η καλλιέργεια με εφαρμογή οργανικού κομπόστ.

Τα οργανικά εδάφη εμφανίζουν καλύτερη διαχείριση των υδάτων ως αποτέλεσμα της υψηλότερης περιεκτικότητας σε χούμο. Κατά συνέπεια, αυτά τα εδάφη προστατεύονται καλύτερα από τη διάβρωση λόγω έντονων βροχοπτώσεων.
Η μικροβιακή δραστηριότητα σε εδάφη που καλλιεργούνται με πρακτικές βιολογικής γεωργίας είναι σημαντικά υψηλότερη από αυτήν των συμβατικά καλλιεργούμενων εδαφών. Μια πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη απέδειξε ότι οι πλούσιες μικροβιακές κοινότητες των βιολογικά καλλιεργούμενων εδαφών ήταν αυτές που οδήγησαν στην αντιμετώπιση του στρες ξηρασίας σε αυτά τα εδάφη. Δηλαδή, η υψηλή βιοποικιλότητα των μικροοργανισμών του εδάφους είναι η αιτία για την υψηλή ανθεκτικότητά του σε συνθήκες ξηρασίας.
Ως εκ τούτου, ο εμπλουτιμός των εδαφών με χούμο, μέσω της εφαρμογής χουμικών οργανικών λιπασμάτων, όπως ορίζουν οι γεωργικές πρακτικές της βιολογικής και της αναγεννησιακής γεωργίας (regenerative agriculture) δεν οδηγεί μόνο στην ενίσχυση της γονιμότητας, στις υψηλές αποδόσεις των καλλιεργειών, στον περιορισμό της ρύπανσης από τα φυτοφαρμάκα και τα χημικά λιπάσματα, αλλά αποσκοπεί και στην ανθεκτικότητα των εδαφών στην ξηρασία και στη μείωση της διάβρωσής τους από τις πλημμύρες.